- ψυχοχειρουργική
- η, Νιατρ. μέθοδος θεραπείας τών ψυχικών διαταραχών με χειρουργικές επεμβάσεις στον εγκέφαλο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. psychochirurgie (< ψυχή + χειρουργική)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τοπεκτομή — η, Ν ιατρ. ψυχοχειρουργική επέμβαση που συνίσταται στην αφαίρεση ορισμένων περιοχών εγκεφαλικού φλοιού, εκτελούμενη αντί τής προμετωπιαίας λοβοτομής. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. topectomy < τόπος + εκτομή] … Dictionary of Greek